Οι αποσκευές μου

   Ό,τι είδα, άκουσα, διάβασα   κι έμεινε να φωτίζει του κόσμου τις σκιές

Wohin mir das Wort, das unsterblich war, fiel: in die Himmelschlucht hinter der Stirn, dahin geht, geleitet von Speichel und Müll, der Siebenstern, der mit mir lebt. Im Nachthaus die Reime, der Atem im Kot, das Auge ein Bilderknecht - Und dennoch: ein aufrechtes Schweigen, ein Stein, der die Teufelsstiege umgeht.

Που να βρω μια λέξη αθάνατη να πέσει πάνω μου: στην ουράνια χαράδρα πίσω από το μέτωπο, να πηγαίνει εκεί μαζί με σάλια και σκουπίδια, εκεί στον επτάκτινο αστέρα μου. Στο σπίτι της νύχτας οι ρίμες, το βρώμικο χνώτο μου, το μάτι μου δούλος των εικόνων κι όμως: μια όρθια Σιωπή, μια Πέτρα, εκεί... παρακάμπτει τη σκάλα του διαβόλου.  

 Wohin mir das Wort, (1962), Paul Celan - Ελεύθερη απόδοση: Άννα Ρω

Αυτός που έζησε ενός άλλου τη ζωή/δεν έζησε καμιά ζωή/ονειρεύτηκε τα πάντα/το δέντρο, το ποτάμι,/το ελάφι, την πληγή.

ΑΛΛΗ ΖΩΗ, από την ποιητική συλλογή: Ο κότσυφας του σύμπαντος του Γιώργου Μπλάνα

Παίρνω και βγάζω περίπατο την ψυχή μου Κάθε που αρχίζει να σκληραίνει το χαμόγελο της. Μου το λέει: πεθύμησα τη βροχή, τον ήλιο πάνω απ' τα βουνά ή ανάμεσα απ' τα σύννεφα και τον αγέρα που γεννιέται αδιάκοπα στα δάση όλος αρώματα και ουσίες, γάλα και μουσική. Την οδηγώ σαν ένα ελάφι που κάθε που διψά μπρός στον τρεχούμενο, λαμπρό μαστό της αιωνιότητας, ανανεώνει το αίμα - φως μέσα της κ' επιστρέφει στη ζωή πάλι, μ' έναν καινούριο τόνο αθανασίας στο χαμόγελο της.

Έξοδος, Νικηφόρος Βρεττάκος

 ... Ο Γιώργης ξαναδοκίμασε να βγει. Μα ο Παναγής δεν τον άφησε. Τον ξανατράβηξε πίσω. Τότε βρήκε λίγο βράχο κι έπεσε ανάσκελα να περιμένει το τέλος. Πεινούσε κιόλα. Μα δεν το `νοιωθε. Αυτή η ύπαρξη που πέτρωσε δίπλα του... αυτή η ζεστή καρδιά...πώς μπόρεσε έτσι να παγώσει; Αυτός που πάλευε να ομορφύνει τον κόσμο...

Οδός Αβύσσου αριθμός 0, Μενέλαος Λουντέμης, εκδόσεις Δωρικός


Τα ποιήματα είναι τόσο δύσκολα, το ξέρετε. Κι αν σηκώσεις τις λέξεις, είναι τόσο θλιμμένα, σαν δάχτυλα που πόνεσες μια νύχτα με αγωνίες.

Απόσπασμα: Τα ποιήματα, ένας ποταμός, ο ποιητής, Γιώργος Μαρκόπουλος

                          Δοκιμασία του Νικηφόρου Βρεττάκου: Παρακολουθείστε το βίντεο στο youtube

Ο κόσμος να γίνει εικόνα. Αυτή θα είναι η τελευταία ζωή των ανθρώπων να τους σκεπάσει μια εικόνα. Απομακρύνθηκε ο ορίζοντας. Η ζωή φάνηκε πρώτα στους τοίχους. Είναι ένας τοίχος αλειμμένος μ` ένα υλικό σαν σημασία. Αλλού οι τοίχοι εξογκώνονταν και εξείχαν σα να γεννούσαν αγάλματα κι άμορφα ακόμα που μόλις σχηματίζονταν εκρέμονταν από τους τοίχους. Αργά εκατέβαινε ο ουρανός. Υπέροχος κεφαλόδεσμος από λοξά βαρειά καλύμματα λύθηκαν κι έπεφταν αργά για να φανεί ξανά πόσο καλό είναι το φως.

Απόσπασμα: Χτίστες,  Γιώργος Χειμωνάς

Κι αν έσβησε σαν ίσκιος τ' όνειρό μου, κι αν έχασα για πάντα τη χαρά, κι αν σέρνομαι στ' ακάθαρτα του δρόμου, πουλάκι με σπασμένα τα φτερά· κι αν έχει, πριν ανοίξει, το λουλούδι στον κήπο της καρδιάς μου μαραθεί, το λεύτερο που εσκέφτηκα τραγούδι κι αν ξέρω πως ποτέ δε θα ειπωθεί· κι αν έθαψα την ίδια τη ζωή μου βαθιά μέσα στον πόνο που πονώ-καθάρια πώς ταράζεται η ψυχή μου σα βλέπω το μεγάλον ουρανό, η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη, και ογραίνοντας την άμμο το πρωί, μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι, μου λέει για κάποια που 'ζησα ζωή!                                                                                                                                         Κι αν έσβησε σαν ίσκιος...,Νηπενθή, νοσταλγικά, Κ.Καρυωτάκης


Το στήθος μου επλάτυνε πολύ για να χωρέσει/το μικρό αυτό γιασεμί πού έσπειρες/με τα λεπτά σου δάχτυλα αυτήν τη νύχτα/στην καρδιά μου...

Οι δρόμοι του αρχάγγελου, Μίκης Θεοδωράκης

Έχουμε τα πρόσωπα: μας λείπει η ιστορία. Δεν είναι δικό μας το φταίξιμο. Φταίν` τα πρόσωπα που δεν μπλέκονται μεταξύ μας σ` έναν άρρηκτο δεσμό.

Μετώκησεν είς άγνωστον διεύθυνση (1-1-4),Βασίλης Βασιλικός

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε